ΠΟΙΑ ΕΙΝΑΙ ΤΑ ΟΡΙΑ ΤΗΣ ΚΡΙΤΙΚΗΣ ΣΤΗΝ ΤΕΧΝΗ, ΤΗΝ ΠΟΛΙΤΙΚΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΤΗΛΕΟΡΑΣΗ

Νατάσα Μπαστέα

Είστε δημόσιο πρόσωπο και είμαι καλλιτέχνης. Μέσω του καλλιτεχνικού μου έργου λέω ότι «τα πιάνετε». Μου κάνετε μήνυση και πάμε στα δικαστήρια. Και εκεί προσπαθούμε να βρούμε άκρη. Σας συκοφάντησα ή με προστατεύει η ελευθερία του λόγου; Η επίθεση ήταν προσωπική ή έγινε σε αυτό που εκπροσωπείτε; Η τέχνη έχει όρια και, αν ναι, ποια είναι αυτά; Η κριτική στην εξουσία έχει όρια και, αν όχι, γιατί;

Αριστερά: Γιώργος Νταλάρας - Δεξιά: Τζίμης Πανούσης


Ο Γιώργος Νταλάρας αποκάλεσε «κότα» τον Τζίμη Πανούση στο δικαστήριο. Η διένεξή τους έφερε στο προσκήνιο το ζήτημα της ελευθερίας της έκφρασης

Η πρόσφατη δικαστική διαμάχη μεταξύ του Γιώργου Νταλάρα και του Τζίμη Πανούση έφερε και πάλι στο προσκήνιο το ζήτημα της ελεύθερης έκφρασης. Τα χρονικά των δικαστηρίων βρίθουν περιπτώσεων­ οι οποίες συνήθως γνωρίζουν μεγάλη δημοσιότητα­ δημοσίων προσώπων που καταφεύγουν στη Δικαιοσύνη εναντίον όσων τους άσκησαν κριτική καθ' οιονδήποτε τρόπο.

Ας υποθέσουμε ότι πιστεύετε πως ο τάδε υπουργός είναι ανόητος και ανίκανος να βρίσκεται σε αυτή την θέση. Τι θα γίνει εάν βγείτε και το πείτε δημόσια; Θα θεωρηθεί συκοφαντία, εξύβριση ή μπορεί και να δικαιωθείτε; Ο νόμος 367 του Ποινικού Κώδικα θα δώσει την απάντηση, λέει ο δικηγόρος Μάκης Τζίφρας, που έχει χειριστεί πλήθος παρόμοιων περιπτώσεων με πολιτικούς, δημοσιογράφους και καλλιτέχνες. «Εάν μπορέσετε να υποστηρίξετε ότι έχετε δεδικαιολογημένο ενδιαφέρον στην κριτική, ακόμη και εάν αυτή η κριτική συνιστά αρχικά αξιόποινη πράξη (εξύβριση), μπορεί να αρθεί ο άδικος χαρακτήρας της. Εάν η λέξη «ανόητος» αποτελεί το συμπέρασμα μιας ολόκληρης ιστορίας που διηγείστε, τότε θα κριθεί βάσει και ενός άλλου σημείου της αναγκαιότητας να το αναφέρετε. Εάν δηλαδή μπορούσατε να πείτε ότι είναι ανίκανος να βρίσκεται σε αυτή την θέση, χωρίς να προσθέσετε ότι είναι ανόητος, τότε θα καταδικαστείτε. Το ίδιο μπορεί να συμβεί για μια καταγγελία, ότι ένας υπουργός έχει μια σχέση που τον επηρεάζει στην άσκηση των καθηκόντων του. Θα κριθεί τόσο το δεδικαιολογημένο ενδιαφέρον σας όσο και η ανάγκη να προχωρήσετε στην συγκεκριμένη αποκάλυψη ή χαρακτηρισμό. Ο νομοθέτης, όμως, έχει αφήσει ανοικτή αυτή την νομοθεσία και σε περιπτώσεις σάτιρας, αναφέροντας δεδικαιολογημένο ενδιαφέρον ή ανάλογες περιπτώσεις».

Το γεγονός μας φέρνει και στο θέμα των ημερών. Στην τέχνη, η ελευθερία του λόγου αποτελεί μια διαφορετική έννοια;

Την διέπουν μήπως άλλοι κανόνες;

«Η τέχνη δεν έχει όρια», λέει ο Κώστας Γεωργουσόπουλος, γνωστός για τις έντονες αντιπαραθέσεις του αλλά και για την υπεράσπιση των «λιβέλων». «Από τη στιγμή που κανείς, προς το παρόν, δεν μπορεί να ορίσει τι είναι ωραίο, δεν μπορούμε να ξέρουμε κάθε φορά πού σταματά η ομορφιά και πού αρχίζει η ασκήμια.

Άρα, το αισθητικό θέμα που αφορά την τέχνη δεν μπορεί να λυθεί παρά μόνο μέσα στην περιοχή του αισθητικού. Αν το αφήσουμε να λειτουργήσει, ο μόνος τρόπος για να κριθεί είναι η αντοχή του στο χρόνο. Δεν μπορώ να καταλάβω όμως πώς είναι δυνατόν να καταφεύγουμε στα δικαστήρια και να αναθέτουμε σ' ένα δικαστή να λύσει προβλήματα τέτοιας υφής».

Εθισμός στην ασέβεια από τη μικρή οθόνη

«Η προστασία της αξιοπρέπειας του πολίτη δεν υπάρχει, με κλασικά επιτιθέμενο την τηλεόραση», συμφωνεί και ο Τάκης Παππάς. «Παραβιάζεται το απόρρητο του ανθρώπου που αναγκάζεται να μιλήσει και με τρόπο που είναι μειωτικός για τον ίδιο. Υπάρχουν εκπομπές που είναι αποκρουστικές και εμπίπτουν στην βαρβαροποίηση της δημόσιας ζωής. Δεν ξέρω αν εμπίπτουν στην προσβολή, γιατί πρέπει ο ίδιος ο παθών να αντιδράσει. Όμως αυτή καθαυτή η ταπείνωση που προβάλλεται εθίζει τον κόσμο στην ανοχή της καθημερινής προσβολής και ασέβειας στην αξία του ανθρώπου».

Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος έχει μηνυθεί δύο φορές και έχει καταθέσει ως μάρτυρας υπεράσπισης σε δίκες άλλων τρεις φορές. Στη μήνυση που είχε καταθέσει ο τότε Πρόεδρος της Δημοκρατίας Χρήστος Σαρτζετάκης εναντίον του Χάρρυ Κλυνν, είχε υποστηρίξει ότι η κριτική δεν είχε γίνει εναντίον του προσώπου του κ. Σαρτζετάκη, αλλά σε ένα δημόσιο πρόσωπο που θέλησε να προβληθεί μέσω κάποιου άλλου συμβόλου (σταυρού). Ο Χάρρυ Κλυνν, τελικά, αθωώθηκε, όπως παλαιότερα και ο σκιτσογράφος Κώστας Μητρόπουλος και ο ηθοποιός Θύμιος Καρακατσάνης για θέματα που είχαν σατιρίσει, αλλά φάνηκε να προσβάλλουν την ευαισθησία ορισμένων εισαγγελέων.

«Ακριβή όρια δεν υπάρχουν, ούτε μπορούν να υπάρξουν», λέει ο δικηγόρος Τάκης Παππάς, που έχει βρεθεί και από τις δύο πλευρές του ζητήματος. Έχει υπερασπίσει εναγόμενους και ενάγοντες σε σχετικές δίκες, αλλά έχει και ο ίδιος καταφύγει στη Δικαιοσύνη για φραστικές επιθέσεις που του έχουν γίνει. «Σε θέματα που έχουν σχέση με μορφές καλλιτεχνικής έκφρασης, στην όποια αισθητική τους φόρμα, ο νόμος προβλέπει ότι θα απαντήσουν κάποιοι «σοφοί», κάποιοι που έχουν κριτήρια για το εάν είναι στα πλαίσια της αισθητικής ένα δημιούργημα. Ο Τζίμης Πανούσης είχε και στο παρελθόν προβλήματα με αγανακτισμένους πολίτες και εισαγγελείς για διάφορα αμφισβητησιακά του κείμενα στον μουσικό του λόγο. Είχαν καταθέσει υπέρ του ο Μάνος Χατζιδάκις και ο Διονύσης Σαββόπουλος. Οι δικαστές μπορεί να ανατρίχιαζαν με τον τρόπο της αισθητικής έκφρασης του Πανούση, αλλά τι να έλεγαν απέναντι στον Χατζιδάκι; Δεν μπορείς να φυλακίσεις σε αυστηρά όρια την αισθητική έκφραση ή το διανόημα. Όσο για την έννοια του μέτρου είναι κάπως υποκειμενική...». Αυτό επιβεβαιώνεται και από ένα σύνηθες φαινόμενο: παραστάσεις να έχουν παιχθεί σε αρκετές πόλεις και, ξαφνικά, σε μια συγκεκριμένη πόλη, ο εισαγγελέας να υποβάλλει μήνυση, ενοχλημένος από κάτι που δεν πείραξε καθόλου συναδέλφους του σε άλλες περιοχές.

Σε εκείνο όμως που μπορεί να υπάρξουν όρια είναι οι προσωπικές επιθέσεις. Ο Κώστας Γεωργουσόπουλος σπεύδει να διαχωρίσει «το πρόσωπο από το πρόσωπο που είναι πρόσχημα τέχνης. Κάθε ενέργεια, καλλιτεχνική ή όχι, που άπτεται προσώπου, είναι κάτι εντελώς διαφορετικό. Είναι άλλο να πεις ότι κάποιος είναι κακός ηθοποιός και άλλο να πεις ότι είναι ηλίθιος. Ο Αριστοφάνης, όταν αναφερόταν στον Λάμαχο και τον Κλέωνα, δεν τους έπαιρνε ως πρόσωπα αλλά ως αυτούς που ασκούσαν εξουσία».

Ο Αριστοφάνης, βέβαια, είναι πάντα η «υποχρεωτική» αναφορά, σε τέτοιου είδους αντιδικίες, όπως λέει και ο Κώστας Παπαϊωάννου, εκδότης της σατιρικής εφημερίδας «Το Ποντίκι», που έχει σατιρίσει σχεδόν τα πάντα και τους πάντες. «Αναρωτιέμαι όμως, προσθέτει, τι σχέση έχει ο Αριστοφάνης με τα όσα γίνονται σήμερα. Το θέμα είναι πώς μπορείς να βάλεις μόνος σου ένα όριο στον εαυτό σου, ώστε να γελάσει ο άλλος, χωρίς όμως να θίξεις προσωπικά θέματα. Για τα δημόσια ζητήματα, πρέπει να λέγονται όλα. Δεν μπορείς να πνίξεις μια είδηση, επειδή θίγει κάποιον». Το ενδιαφέρον είναι ότι όσο κι αν έχει σατιρίσει «Το Ποντίκι» πολλούς πολιτικούς, όλοι­ με εξαίρεση τον Βαγγέλη Γιαννόπουλο που έκανε μήνυση­ το έχουν δεχτεί αυτό.

Ο Κ. Παπαϊωάννου, πάντως, διαχωρίζει την προσωπική σφαίρα από τη δημόσια. «Όπως όταν μιλάς με κάποιον δεν μπορείς να τον βρίσεις, έτσι συμβαίνει και στο γράψιμο. Μέχρι πρόσφατα ίσχυαν και σε ορισμένες περιπτώσεις ισχύουν ακόμα­ νόμοι του Μεταξά και της χούντας για τον Τύπο. Βέβαια, τώρα ετοιμάζονται νόμοι και κώδικες, αλλά και πάλι φοβάμαι ότι θα χρειαστεί αρκετός χρόνος για να προσαρμοστούν στην πραγματικότητα. Το βασικό είναι η αυτοδέσμευση του δημοσιογράφου απέναντι στην προστασία του πολίτη. Κάτι που γίνεται στις εφημερίδες, αλλά παραβιάζεται διαρκώς από την τηλεόραση».

Η ελευθερία του λόγου φαίνεται να συμφωνούν όλοι σ' αυτό­ σταματά εκεί που αρχίζει η προσβολή της προσωπικής τιμής κάποιου. Πού αρχίζει η προσβολή αυτή είναι το μεγάλο ζητούμενο. Στο Ποινικό μας Δίκαιο υπάρχουν πέντε διατάξεις που προστατεύουν την τιμή του προσώπου ως έννομο αγαθό. Στη ζωή, όμως, οι διαχωριστικές γραμμές είναι πολύ δυσδιάκριτες. Σε μια μήνυση που είχε καταθέσει ο Βασίλης Φίλιας εναντίον του Γιώργου Βέλτσου για κάποιο κείμενό του, ο Γ. Βέλτσος επέλεξε να υπερασπιστεί τον εαυτό του με την φράση: «Δεν τον έβρισα εγώ. Τον έβρισε η γραφή...».

ΤΑ ΝΕΑ, 26-07-1997
Κωδικός άρθρου: A15897P051