Ήχος & Hi-Fi (τεύχος 207 Ιούνιος 1990)
ΤΖΙΜΗΣ ΔΟΥΛΕΙΕΣ ΤΟΥ ΚΕΦΑΛΙΟΥ THE GREATEST KITSCH LIVE
Tουμπερλέκ-Τί έχεις και κλαις-Ράπισμα-Μια τρύπα στη σημαία-Μεταμοντέρνο-Do it- Είμαι γυφτόκι-Δουλειές του κεφαλιού-Εργατική υποχώρηση-Ούζο power-Logodiaria-H Ελλάδα στα κάρβουνα-Η ψήφος είναι αρσενική-Usa for marketing-Ο παπουτσωμένος λόγος-Η αυθεντική λαμπάντα.
ΜΒΙ 10419/20
Σίγουρα δεν είναι πολλοί όσοι μέσω της ελληνικής δισκογραφίας αγγίζουν καίρια, καυτηριάζουν, σαρκάζουν ανάλογα με την περίσταση τον περίγυρο. Είναι ακόμα λιγότεροι εκείνοι που καταφέρνουν κάτι τέτοιο με προσωπικό τρόπο αποφεύγοντας δημαγωγικούς τόνους. Κι ακόμα λιγότεροι αυτοί που μεταφέρουν όλα αυτά στο βινύλιο σε μια ισορροπία με τη μελωδία (αν υπάρχουν κιόλας). Η παραδοχή αυτών των επιτεύξεων στη δουλειά κάποιου όμως σαφώς και δεν μπορεί να λειτουργεί ως τελεσίδικη αναγνώριση, η οποία δίνει σ' αυτόν την άνεση να διαχειρίζεται τον περίγυρο έχοντας πλέον σαν αυτοσκοπό να εφευρίσκει σ’ αυτόν πτυχές «προς ιδίαν χρήσιν», ν’ αναγάγει σε τέτοιες κάποιες που δεν έχουν ανάλογες διαστάσεις, ή τέλος να κοινοτοπεί με βάση τα λιγοστά ψήγματα που δίνουν σχετικές ευκαιρίες. Ίσα-ίσα. Η διαδρομή συνήθως είναι διαφορετική... Με δοσμένη την παραδοχή των σχετικών δυνατοτήτων κάποιου μέσα στη βιομηχανοποίηση της δισκογραφίας ή των ζωντανών εμφανίσεων, τελικά δημιουργούνται κάποιες ανακόλουθες φυσιογνωμίες που «κατηγορούν» αυτό που «είναι» ή τείνουν να γίνουν (για να θυμηθούμε ακόμα μια φορά τον εύστοχο τελευταίο στίχο του Σαββόπουλου). Πώς να το κάνουμε... Αφού έτσι τους έχει αποδεχτεί το κοινό τους, αφού κι αυτοί προς τα εκεί έχουν κατευθύνει τη σκέψη τους!...
Η σχηματοποίηση δεν είναι κάτι ξένο προς την ελληνική πραγματικότητα, στον τρόπο μάλιστα που «αναγνωρίζεται» η δραστηριότητα κάποιου. Με βάση μια τέτοια οπτική γωνία καλλιτέχνες απολαμβάνουν ευρύτερης εμπιστοσύνης ανεξάρτητα από τις διαφοροποιήσεις τους σε επίπεδο επιλογών και σκέψεων. Ο Τζίμης Πανούσης από το ξεκίνημά του μπορεί να μην τράβηξε τις λαϊκές μάζες, όμως εξασφάλισε την «έξωθεν» καλή μαρτυρία των «πρωτοποριακών» του προθέσεων. Σιγά-σιγά αυτή η «καλή μαρτυρία» βελτίωσε σημαντικά και τη θέση του σε επίπεδο απήχησης, με βάση πάντα το χαρακτήρα των προθέσεών του... Από εκεί και κάτω όμως νομίζω ότι άρχισε η αντίστροφη μέτρηση. Ο εύστοχος έμμετρος σχολιαστής, άρχισε να εξελίσσεται σ’ έναν παρατηρητή έως και γραφικό, σε μια «ασφαλιστική δικλείδα» της πειραχτικής διάθεσης όλων απέναντι στον περίγυρο. Σ’ αυτήν τη μεταμόρφωση συνέτειναν δίσκοι, εμφανίσεις, εξώφυλλα, συνεντεύξεις...
Θα μπορούσε άραγε κανείς να ισχυριστεί ότι όλα αυτά έγιναν με την άγνοια ή την ανοχή του πρωταγωνιστή τους; Η αυτοπεποίθηση που διακατέχει την όποια δημόσια παρουσία του με κάποιο απ’ τα παραπάνω μέσα δίνει μάλλον αρνητική απάντηση γενικότερα... Ειδικότερα όμως όσον αφορά τη δισκογραφία και μάλιστα τις δύο πτυχές της συγκεκριμένης έκδοσης. Πιστεύω, ότι απλά τίθενται προς σχολιασμόν και μάλιστα με τα αυστηρότερα των κριτηρίων, εικόνες που αναπαράγονται απ’ το ανάλογο παρελθόν του Πανού- ση και γι’ αυτό ίσως θα μπορούσαν να αποτελόσουν και αντικείμενα αυτού του σχολιασμού. Αυτό συμβαίνει δε με μια μάλλον στενά επικαιρίστικη διάθεση η οποία ίσως δρομολογεί και την εκ νέου χρήση των ίδιων εικόνων την επόμενη στιγμή που ο δημιουργός τους θα θελήσει να τις ξανακοιτάξει... Πρακτική χωρίς άλλο που ακολουθεί η δισκογραφία απ’ την έναρξη της βιομηχανοποίησής της, άλλοτε με «πρωτοποριακό...άλλοθι» κι άλλοτε με το στίγμα της επιδίωξης «μαζικής αποδοχής»... Αναρωτηθείτε ποιά απ’ τις δυο περιπτώσεις είναι λιγότερο «επιρρεπής» στην παρα- πλάνηση, κατά τη στιγμή που αναζητούνται οι επιτεύξεις που επαγ- γέλθηκαν στην εισαγωγή αυτού του κομματιού...
Οι «Δουλειές του κεφαλιού» είναι φυσικά μια άψογη επαγγελματικά δουλειά σε επίπεδο παραγωγής, σε επίπεδο επιλογής μουσικών και απόδοσης... Οπως όλες οι δουλειές που παρουσιάζουν καλλιτέχνες κάθε χώρου τη στιγμή που έχουν πείσει για την εμπορικότητά τους. Οι θέσεις που διατυπώνονται μέσα σ' αυτή τη δουλειά όμως αν δεν αλληλοσυγκρούονται, συγκρούονται με τη γενικότερη φυσιογνωμία της... Ο λόγος μέσα στην πληθωρικότητά του γίνεται ανενεργός. Οι εκτιμήσεις μέσα στην αυταρέσκειά τους μοιάζουν εξεζητημένες. Οι αναζητήσεις μέσα στην ασάφεια των επιδιώξεών τους μοιάζουν αυτοσκοπός. Ο μεταφορέας αυτών σε μας μέσα στη σιγουριά του «κόβει τις γέφυρες».
Ισως βέβαια πολλά απ’ αυτά τα χαρακτηριστικά θα είχαν μετριασθεί ή και αποφευχθεί σε μια πιο «σφιχτή» έκδοση του υλικού. Ούτε τα ηχογραφημένα στο στούντιο μέρη, πολύ λιγότερο όμως οι ζωντανές ηχογραφήσεις συντηρούν το ενδιαφέρον καθ’ όλη τη διάρκειά τους. Θάλεγα πως η διάρκεια μάλλον αντιστρατεύεται τόσο το γενικότερο ενδιαφέρον όσο και τη διαμόρφωση θέσεων, έχοντας μια συνεχή αγωνία συμπλήρωσης μέσα από μια μάλλον στενή μυθολογία.