Ήχος & Hi-Fi (τεύχος 147 Ιούνιος 1985)

ΜΟΥΣΙΚΕΣ ΤΑΞΙΑΡΧΙΕΣ ΤΖΙΜΗΣ ΠΑΝΟΥΣΗΣ HARD CORE

Η Ελληνόπουλα - Πίσσα και Πούπουλα - Φάτε Μάτια Ψάρια - Εγώ - Οχι Αλλο Νταλάρα - Σουξάνα - Ντισκοτσιφτετέλι - Cavaleria Fer Forge - Το παιδί του Σωλήνα - Μάγισσα Μανούλα - Αχ Ευρώπη - Θα σου πάρω Λαμπαντέρ.
EMIAL 170069

Και πάλι ένα δικό μου παλιό λάθος, αυτή τη φορά στην πρώτη παρουσίαση από τον Ήχο των Μουσικών Ταξιαρχιών (που τότε έπαιζαν στο Sky lab), όπου ούτε λίγο ούτε πολύ τους παρουσίασα κάτι σαν Frank Zappa & The Mothers Of Invention - Με Φουστανέλα, ή αλλιώς σα να λέμε Frank Zappa & The Mothers Of Invention - Made in Greece. Από τότε όμως πέρασαν μερικά χρόνια, πολλά πράγματα άλλαξαν στις Μουσικές Ταξιαρχίες (όπως και σε όλους μας), είδα το συγκρότημα αρκετές φορές και σε αρκετούς διαφορετικούς χώρους, είδα το κοινό τους να αυξάνεται εκπληκτικά (έτσι ώστε από γκρουπ που το 'ξέραν μόνο τρεις κι ο κούκος και άρεσε μόνο στον κούκο, φέτος μπορούν και κρατάνε μόνοι τους το Κύτταρο), διάφορα μέλη τους «έφυγαν» (ο Γιάννης Γιοκαρίνης πλήκτρα, ο Βαγγέλης Σβαρνάς σαξόφωνο, ο Γιάννης Δρόλαπας ηλ. κιθάρα και ο Βαγγέλης Βέκιος ντραμς), ο Τζίμης Πανούσης να μεταβάλλεται σιγά-σιγά αλλά σταθερά σε αναμφισβήτητο αρχηγό των Μουσικών Ταξιαρχιών, και ακούγοντας βέβαια και αυτόν τον τελευταίο τους δίσκο, έφτασα σ' ένα άλλο απόφθεγμα (που οπωσδήποτε η βάση της ορθότητάς του μπορεί να είναι τόσο «μέσα» όπως και την προηγούμενη φορά): ότι όλα βρίσκονται στη θέση τους, όπως τα είχα παρουσιάσει την πρώτη φορά, και κυρίως η φουστανέλα. Για τους Mothers Of Invention, ούτε λόγος, καλύτερα να ξεχάσο υ με όσα έχο υ με πε ι, μό - νο... που λείπει και ο Frank Zappa - Made in Greece. Μόνη σταθερά, μόνιμο χαρακτηριστικό και κουλτούρα, η φουστανέλα.

Οι Μουσικές Ταξιαρχίες ή ο Τζίμης Πανούσης (όπως προτιμάτε) ΔΕΝ ΕΙΝΑΙ ΡΟΚ ΕΝ ΡΟΛ - και βέβαια αυτό το λένε σε κάθε ευκαιρία με όσο μεγαλύτερη έμφαση γίνεται. Η μουσική τους δεν θέλουν να χαρακτηρίζεται έτσι ή αλλιώς από τους διάφορους «ομοφυλόφιλους μουσικοκριτικούς» - και πράγματι κάτι τέτοιο δεν γίνεται. Το συγκρότημα (τουλάχιστον στο "HARD CORE") είναι - εκτός από ελάχιστες εξαιρέσεις - μια απρόσωπη, τυποποιημένη και αναλόγως καλή συνοδεία στην πρόζα, τους στίχους ή τη θεατρική δραματική πλευρά του Τζίμη Πανούση. Τα παλιά και τα καινούρια κομμάτια (που δεν προκαλούν καμία ιδιαίτερη εντύπωση) και που περιέχονται στο "HARD CORE" είναι πληκτικά, ισοπεδωμένα, και όλα πια, αστεία και μη, ειπωμένα χιλιάδες φορές... Και ο Τζιμάκος επαναλαμβάνει (έξυπνα) τον εαυτό του. Γενικά, το "HARD CORE", είναι το τρίτο LP - έχει βέβαια προϋπάρξει όλων η κασέτα -των Μουσικών Ταξιαρχιών, (που τώρα λέγονται «Μουσικές Ταξιαρχίες - Τζίμης Πανούσης», και αργότερα ίσως σκέτο... «Τζίμης Πανούσης»), είναι το πρώτο τους live, («το περιεχόμενο του δίσκου είναι επιλογή από τη ζωντανή ηχογράφηση τριών παραστάσεων - 1, 2 και 3 Φεβρουάριου '85 - στο Κύτταρο χωρίς να γίνει καμιά επέμβαση στο στούντιο», όπως γράφει πάνω ο δίσκος), και είναι και ο πρώτος αλογόκριτος δίσκος τους (χωρίς όμως το συγκρότημα και κύρια ο Πανούσης και η «επιλογή» να το παρατραβάνε, αποφεύγουν τις «πιο εμφανείς» κακοτοπιές και τα “hard-core” κομμάτια τους - λέξεις που είναι και ο τίτλος του δίσκου όμως). Σ' αυτό το σημείο θα θέλαμε να σημειώσουμε ότι ένα απ' τα ελάχιστα καλά που έχουν οι Έλληνες (σε αντίθεση με άλλους, βόρειους ίσως λαούς), είναι μια έντονη, εγγενής «παραδοσιακή» και λαϊκή αλλά καθολικά αντιληπτή αίσθηση και αντίληψη του χιούμορ - που πολύ σπάνια όμως μπορεί να είναι κουλτουριάρικη, έξυπνη και πετυχημένη ταυτόχρονα. Είναι τέτοια η φύση του όμως που όσοι καλλιτέχνες, μουσικοί, ηθοποιοί, ζωγράφοι κ.ά. το έχουν καταλάβει (συνειδητά ή όχι) και χρησιμοποιούν έξυπνα την αισθητική, τα κλειδιά, τους δρόμους και τους άγραφτους κανόνες του, και το έχουν σαν βάση της εικόνας που παρουσιάζουν, έχουν και μια - σχεδόν πάντα - μεγάλη ανταπόκριση από τον κόσμο. Κάτι τέτοιο συμβαίνει και με τις Μουσικές Ταξιαρχίες (που έχουν πια σαν βάση της παρουσίας τους το χιούμορ), και με τον Χάρρυ Κλυνν, και δεν ξέρω και με ποιούς άλλους.

Θα τελειώσουμε με δυο ερωτήματα πάνω στα παραπάνω, αναφερόμενοι κατ' αποκλειστικότητα στις Μουσικές Ταξιαρχίες, μια και αυτοί είναι το θέμα αυτού του κειμένου: Προς τι αυτός ο χιουμοριστικός / μουσικός / λογοτεχνικός κ.λπ. σωβινισμός; Για να διασώσουμε μια παράδοση που βλέπουμε ότ διατρέχει «κινδύνους»; Να τη διαιωνίσουμε γιατί τόσο μας αρέσει; Να την απομονώσουμε όσο μπορούμε για να σιγουρέψουμε την ταυτότητά της; Απ' την άλλη, εντάξει, γελάσαμε με τα σουβλάκια, το τζατζίκι, τα πολιτικά κ.λπ. κ.λπ. και γενικά αυτού του πράγματος που λέγεται ΕΛΛΗΝΙΚΟΥΡΑ. Απο κει και πέρα τι γίνεται όμως; Και ας μην ξεχνάμε ότι το συγκρότημα ονομάζεται Μουσικές Ταξιαρχίες (και όχι «γελάτε όσο πιο πολύ μπορείτε»). Έχει κάποια ευθύνη αυτό το όνομα και υποδηλώνει και κάποια στάση ζωής, νομίζω. Και ας έχουμε υπ’ όψη μας ότι αν πράγματι έχουμε κάποια τέτοια παραδοσιακή μουσική περιουσία, δεν χρειάζεται να τη διαφυλάξουμε με «στρατούς», βέβαια. Είναι τέτοια η φύση του χιούμορ, της μουσικής και της λογοτεχνίας, που σίγουρα ξέρουν να λύνουν τις διαφορές των κόσμων τους με το δικό τους τρόπο. (** %, 2, Γ) — Ν.Π.
Υ.Γ. Παρ' όλα όσα ελέχθησαν... οι Μουσικές Ταξιαρχίες είναι μια ιδιαίτερη περίπτωση για την ελληνική μουσική των τελευταίων χρόνων και έχουν προσφέρει αρκετά. Όταν όμως ακούμε στίχους - και μάλιστα τηλεοπτικά επικυρωμένους - σαν τους «Δε μπορώ, δε μπορώ να τη βρω / με κομπιούτερ και με κουμπάκια / νιου γουέιβ, τζαζ ροκ / σεξ, ντραμ ροκ εντ ρολ / με τζατζίκι και με σουβλάκια», αισθανόμαστε ντροπή: Γι' αυτόν που τους έγραψε και γι' αυτούς που τους τραγουδάνε.