ΥΠΟΘΕΣΗ ΤΖΙΜΗ ΠΑΝΟΥΣΗ


1.   2.

 

Ο πόλεμος των πανιών


Η επιδεικτική καταστροφή του εθνικού συμβόλου του ξένου αντιπάλου, όταν δεν γίνεται μπροστά στα μάτια του, είναι πράξη που αποκτά νόημα μόνο αν αποκτήσει δημοσιότητα. Τότε ο «εχθρός» θα πάρει το αποφασιστικό μήνυμα και έτσι θα διαμορφωθούν τα στρατόπεδα: Όσο περισσότεροι «δικοί μας» συμφωνούν με τη συμβολική (και ανέξοδη κατ' αρχήν) ταπείνωση των «άλλων», τόσο ευνοϊκότερη γίνεται η πιθανότητα της πραγματικής και νικηφόρας αναμέτρησης μαζί τους. Στην εποχή της «τηλεοπτικής δημοκρατίας», μια διαμαρτυρία που θέλει να προκαλέσει το ενδιαφέρον οφείλει να κωδικοποιήσει, εντός ολίγων δευτερολέπτων, με θεαματικό και εύληπτο τρόπο, το στόχο της. Η εικόνα των διαδηλωτών στο Πακιστάν, λ.χ., που καίνε ινδικές σημαίες αρκεί για να καταλάβουν οι πάντες -που θα τη δουν σε όλον τον πλανήτη- ότι κάτι τρέχει μεταξύ των δύο χωρών. Το ίδιο συμβαίνει κι όταν έλληνες διαδηλωτές πληθαίνουν τις εμφανίσεις τους στα παγκόσμια δίκτυα ενημέρωσης, καταστρέφοντας πότε τουρκικές και πότε αμερικάνικες σημαίες. Δεν χρειάζεται και ειδική γνώση των μηχανισμών προπαγάνδας για να αντιληφθούμε ότι αυτές οι εικόνες μπορούν να αξιοποιηθούν. Η τελευταία έκθεση του Στέιτ Ντιπάρτμεντ για την τρομοκρατία στην Ελλάδα εικονογραφείται ερεθιστικά (για τους πατριώτες εκεί) με την προσβολή, τα παθήματα, της αστερόεσσας στη χώρα μας. Το ελληνικό κοινό, περίπου ανάλογα, θα αντιδρά κάθε φορά που θα έρχεται στα μάτια του η υποστολή της σημαίας μας (από πατριώτες τούρκους δημοσιογράφους) στα Ίμια. Κάπως έτσι προσλαμβάνεται ακόμα και η συμπεριφορά της εξέδρας στα παιχνίδια των εθνικών ομάδων. Το κάψιμο της σημαίας προϋποθέτει σοβαρή αφορμή ή, εν πάση περιπτώσει, χρειάζεται να φαίνεται ότι υπάρχει σοβαρή αφορμή. Προφανώς οι κανόνες καλής συμπεριφοράς, οι διακρατικές σχέσεις κ.ο.κ., παύουν να έχουν νόημα όταν ξεχειλίζει η οργή σε σημαντικά τμήματα του πληθυσμού μιας «εθνικά συντεταγμένης» κοινωνίας. Παρότι στην ελληνική νομοθεσία (όπως και σε άλλες) προβλέπεται (άρθρο 155 ΠΚ) η τιμωρία -έως 6 μήνες φυλάκιση- όποιων «προσβάλλουν σύμβολο ξένου κράτους», θεωρείται αδιανόητη η δίωξη ενός διαδηλωτή που έχει με το μέρος του την κοινή γνώμη. Αλλά και στην περίπτωση που κρίνεται ότι μια τέτοια συμπεριφορά δεν βοηθά την εξωτερική πολιτική ή τη διεθνή εικόνα του κράτους, δύσκολα θα τιμωρηθεί ο «ένοχος». Απαιτείται πρώτον να είναι «εξασφαλισμένη η αμοιβαιότητα τόσο κατά το χρόνο τέλεσης των πράξεων, όσο και κατά το χρόνο εκδίκασής των» και δεύτερον η δίωξη ασκείται μόνο ύστερα από αίτηση της ξένης κυβέρνησης. Μπορείτε όμως να φανταστείτε έναν εξοργισμένο ξένο πρέσβη στην Αθήνα να τρέχει στους εισαγγελείς για τέτοιους λόγους; Υποθέτουμε ότι θα το τολμούσε στην περίπτωση που θα επιζητούσε την κλιμάκωση της διακρατικής έντασης. Αλλά τότε ποιο ελληνικό δικαστήριο θα του έκανε τη χάρη;

Η μελανόλευκη παράδοση

Μόνιμη επωδός των εκδηλώσεων αποτροπιασμού για τις κατά καιρούς «βεβηλώσεις» του εθνικού μας συμβόλου, άλλοτε ρητά διατυπωμένη και άλλοτε μόλις υπονοούμενη, είναι η νοσταλγική αναδρομή στους καιρούς εκείνους που η ίδια η Πολιτεία διασφάλιζε τον καθολικό σεβασμό προς τη σημαία. Φυσικά, όχι μόνο με την «εθνική ηθική διαπαιδαγώγηση» των πολιτών εξ απαλών ονύχων: «Πριν από 15 χρόνια», θυμάται χαρακτηριστικά επιστολογράφος της «Ε» (11/4/93), «ερχόταν ο τότε χωροφύλακας και μας έλεγε: Βάλτε τη σημαία μας! Άρα, υπήρχε κάποιος νόμος, υποχρεωτικός σημαιοστολισμός! Κι έτσι φαινόταν ότι η Ελλάδα γιορτάζει και τιμά τους ήρωές της!».

Μολονότι η πλειοψηφία των νοσταλγών αυτής της διατεταγμένης εθνικής ανάτασης αποφεύγει συνήθως τόσο ρητές αναφορές, γεγονός είναι πως η κουλτούρα του γενικευμένου σημαιοστολισμού στη χώρα μας δεν συνδέεται και με τόσο δημοκρατικές παραδόσεις. Καθοριστική στιγμή για την εμπέδωσή της υπήρξε ο μεταξικός Αναγκαστικός Νόμος 447 της 20.1.1937, «περί του τρόπου απονομής σεβασμού εις την Εθνικήν Σημαίαν και γενικώς εις τα εθνικά σύμβολα»: «Κατά τας Εθνικάς εορτάς και [τας] δι' αποφάσεως της Κυβερνήσεως καθοριζομένας εκάστοτε ημέρας εορτασμού ή ημέρας πένθους», διαβάζουμε, «άπαντα τα Δημόσια Καταστήματα ως και άπαντες οι καταστηματάρχαι και οι κάτοικοι οικιών υποχρεούνται να αναρτώσι επί των καταστημάτων των και των οικιών των την Ελληνικήν Σημαίαν, από της ανατολής μέχρι της δύσεως του ηλίου». Ανάλογος υποχρεωτικός σημαιοστολισμός, σε τοπικό επίπεδο και ύστερα από απόφαση του Γενικού Διοικητή ή του νομάρχη, προβλεπόταν από την ίδια διάταξη και σε περιπτώσεις «τοπικής θρησκευτικής ή άλλης τελετής, εορτής ή επισήμου υποδοχής προσώπων». Αλλα άρθρα του ίδιου νόμου επέβαλλαν, τέλος, την υποχρέωση «απονομής του προσήκοντος χαιρετισμού» (σε όρθια στάση, «ευπρεπώς και εν σιγή») κατά την ανάκρουση του εθνικού ύμνου, την έπαρση ή υποστολή της σημαίας, την προσέλευση ή διέλευση του βασιλιά ή του διαδόχου, όπως και κατά τη διέλευση «των Αχράντων Μυστηρίων και Θρησκευτικής πομπής αναγνωρισμένου θρησκεύματος» εν γένει. Για τους παραβάτες οποιασδήποτε από τις παραπάνω διατάξεις, ο νόμος πρόβλεπε ποινή κράτησης, πρόστιμο ή και τα δύο.

Ακόμη πιο αποκαλυπτικές για τη γενικότερη φιλοσοφία του νομοθετήματος, είναι ωστόσο οι «τεχνικές» ρυθμίσεις του σημαιοστολισμού. Ακόμη και το μέγεθος των σημαιών που πρόκειται να αναρτηθούν είχε ανατεθεί στις διωκτικές αρχές: «Εκάστη πόλις αναλόγως της θέσεως και της κινήσεως των οδών και συνοικιών αυτής διαιρείται δι' αστυνομικής διατάξεως εις τομείς, εκάστου αυτών διακρινομένου υπό τα στοιχεία Α-Β-Γ-Δ και Ε. Το κατώτατον όριον σημαιών αίτινες δέον να αναρτώνται εις τα καταστήματα και τα οικίας τας ευρισκομένας εντός της περιοχής εκάστου των τομέων καθορίζεται ως κατωτέρω». Η πρόθεση των ιθυνόντων για επίτευξη μιας στρατιωτικοποιημένης ομοιομορφίας, αντίστοιχης με τα αισθητικά πρότυπα των αδελφών φασιστικών καθεστώτων της Δυτικής Ευρώπης, είναι κάτι παραπάνω από προφανής.

Για τη διαδικασία εφαρμογής του μέτρου, αρκετά εύγλωττο είναι ένα έγγραφο που εντοπίσαμε στο αρχείο του Φίλιππου Δραγούμη (Γεννάδειος Βιβλιοθήκη, φ.57.3). Πρόκειται για μια τυποποιημένη «αστυνομική πρόσκληση», με την οποία ο διακεκριμένος αυτός «εθνικός παράγοντας» (όπως άλλωστε και κάθε πολίτης της χώρας) ενημερώνεται για τον «τομέα» στον οποίο «υπήχθη» και τις διαστάσεις της σημαίας που -ως εκ τούτου- οφείλει να προμηθευτεί. Δεν λείπει ούτε η απειλητική προειδοποίηση: «Η μη συμμόρφωσίς σας συνεπάγεται την ποινικήν υμών δίωξιν»!

Πάλι καλά, θα πει κανείς. Γιατί την ίδια ακριβώς εποχή, σε παραμεθόριες περιοχές που χαρακτηρίζονταν από τους ταγούς της κρατικής ασφάλειας ως «εθνικά ευαίσθητες», παράλληλα με τον υποχρεωτικό σημαιοστολισμό «εκρίθη σκόπιμος ο υδροχρωματισμός των οικιών δια των Εθνικών χρωμάτων, των μεν τοιχωμάτων υδροχρωματιζομένων δια λευκού χρώματος, των δε ξυλίνων πλαισίων και των λοιπών εξαρτημάτων (παραθύρων, θυρών κλπ) δια κυανού τοιούτου» (δάσκαλος Γ.Παπαδόπουλος «Η κατά την τελευταίαν διετίαν καταβληθείσα προσπάθεια προς εξελληνισμόν της Δυτικής Μακεδονίας και τα επιτευχθέντα αποτελέσματα», Αθήναι 22.7.38, Αρχείο Ιω. Μεταξά, φ.36). Ετσι ώστε ο σημαιοστολισμός τους εκτός από καθολικός να είναι και μόνιμος...

ΔΙΑΒΑΣΤΕ

http://www.esquilax.com/flag: Ιστοσελίδα με γενικό τίτλο «Το κάψιμο της σημαίας», όπου μπορεί κανείς να αναζητήσει το χρονικό της συζήτησης στις ΗΠΑ, να πληροφορηθεί τη νομική διάσταση του ζητήματος και να ενημερωθεί για την πλούσια σχετική βιβλιογραφία.

"US Supreme Court. Spence v. Washington, 418 US 405 (1974). Appeal from Supreme Court of Washington. Argued January 9, 1974. Decided June 25, 1974". Η κρίσιμη απόφαση του Ανώτατου Δικαστηρίου των Ηνωμένων Πολιτειών που το 1974 δικαίωσε το φοιτητή ο οποίος είχε «παραποιήσει» την αμερικανική σημαία προσθέτοντάς της το σήμα της ειρήνης. (Το κείμενο της απόφασης ανευρίσκεται στην ιστοσελίδα «Το κάψιμο της σημαίας».)

Κ. Α. Κύρου, «Η σημαία μας»(Εκδοσις Εράνου Συμμοριοπλήκτων, Αθήναι 1950). Άκρως εθνικόφρων αναφορά στο εθνικό σύμβολο. Τα κέρδη της έκδοσης προορίζονταν για τον Έρανο του Βασιλέως, και συγκεκριμένα για την αγορά σημαιών που θα στέλνονταν σε σχολεία της Μακεδονίας. Μεταξύ άλλων, συμβουλές για το «ευλαβές κάψιμο» της φθαρμένης οικιακής σημαίας.

Νικολάου Ζαφειρίου, «Η ελληνική σημαία. Από τους αρχαίους χρόνους μέχρι σήμερα» (εκδόσεις «Ελεύθερη Σκέψις», Αθήνα 1995). Η «κυματίζουσα ιδέα» διά μέσου των αιώνων σε μια μικρή μπροσούρα που πρωτοεκδόθηκε το 1930 και ανατυπώθηκε «επαυξημένη» το 1947.

ΔΕΙΤΕ

Χάππυ Νταίη του Παντελή Βούλγαρη (1976). Ο φετιχισμός της σημαίας, ως συστατικό στοιχείο της διατεταγμένης εθνικής διαπαιδαγώγησης στο «νέο Παρθενώνα» της Μακρονήσου.

Ταξίδι στον ήλιο (Gonese Yolculuk) της Γεσλίμ Ουστάογλου (1999). Η σημερινή Τουρκία της εθνικής ανασφάλειας και των πανταχού παρόντων εθνικών συμβόλων.

(Κυριακάτικη Ελευθεροτυπία, 29/10/2000)

ΠΙΣΩ ΣΤΟ ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ